Το προσφάγι.
Περιγραφή Σιτηρεσίου - Γευμάτων
Πρόκειται για το προσφάγι (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα καττίκκιν,το, 196; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττίκκι, 55): «Έσασεν το καττίκκιν του, ψουμίν, κρομμίν τζ̆αι ρέγγαν» (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα καττίκκιν,το, 196), μικρά κομματάκια συνδοευτικά (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττίκκι, 55).
Ο Ιωάννης Ερωτόκριτος στο Γλωσσάριό του επισημαίνει πως είναι οποιαδήποτε τροφή προστιθέμενη στο ψωμί, για να καταστήσει τη γεύση ευχάριστη (Κυπρή 1989, λήμμα καττίκκιν,το, 466): «Τρώεται το ψουμίν χωρίς καττίκκιν;» (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττίκκι, 55).
Σύμφωνα με τον Ιωάννη Ιωνά, το καττίκιν ήταν το πρόχειρο φαγητό που είχαν οι βοσκοί στη βούρκα τους [βούρκα,η = δερμάτινο σακίδιο μέσα στο οποίο οι βοσκοί, οι γεωργοί, οι κυνηγοί κ.ά. βάζουν την τροφή τους], που την κατανάλωναν ως δεκατιανό και μεσημεριανό (Ιωνάς 2001, 125) / πρόκειται για ξηρά τροφή για μεσημεριανό. Το έπαιρναν μαζί τους οι γεωργοί, οι κτηνοτρόφοι και οι πλανόδιοι.
Το καττίκκιν περιλάμβανε συνήθως λίγο ξερό ψωμί, χαλλούμιν, αναρήν [αναρή (η) = η μυζήθρα], ελιές, ένα–δύο κρεμμύδια και λίγο κρασί ή νερό (Ιωνάς 2001, 125). Μέρος από το καττίκκιν καταναλωνόταν από τον βοσκό στο μπούκκωμαν [μπούκκωμαν,το = το πρόγευμα] γύρω στις εννέα το πρωί, ενώ το υπόλοιπο μέρος του καττικκιού καταναλωνόταν το μεσημέρι (Ιωνάς 2001, 125). Στα χωριά της Πάφου, το καττίκκιν περιελάμβανε, επίσης, λαρδί, που ήταν υποδόριο λίπος του χοίρου, που στο εξωτερικό μέρος φέρει δέρμα. Το λαρδί καταναλωνόταν ως δειλινιάτικον [δειλινιάτικον,το = το απογευματινό γεύμα], για να χορτάσει ο βοσκός την πείνα του έως το βραδινό γεύμα (Ξιούτας 1978, 150).
Additional information and bibliography
ΕΤΥΜ. < τουρκ. katik (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα καττίκκιν,το, 196; Κυπρή 1989, λήμμα καττίκκιν,το, 466; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττίκκι, 55) [katik = κάτι που προστίθεται] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττίκκι, 55)
Άππιος Γ. Β. (1999), Αναμνήσεις από την κατεχόμενη Ζώδια. Παραδοσιακά επαγγέλματα, χαρακτηριστικοί τύποι από την καθημερινή ζωή εύθυμες αληθινές ιστορίες, Λευκωσία.
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1989), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Γ΄, Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XIV, Λευκωσία.
Ξιούτας Π. (1978), Κυπριακή λαογραφία των ζώων, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XXXVIII, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Πηγή φωτογραφίας:
«Κολατσιό στον Ελαιώνα, 1962»
Αντωνία Ματάλα, Δήμητρα Δημητρίου, Ελένη Χρίστου, Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος