Η μαστόρισσα τοποθετούσε τον τροχό, το γυριστήριν, ανάμεσα στα πόδια της και, αφού κτυπούσε καλά τον πηλό, τον τοποθετούσε στον τροχό πάνω σε ένα κομμάτι από φελλό πεύκου. Στη συνέχεια, άρχιζε να κινεί τον τροχό με το πόδι της και να σχηματίζει το αγγείο με τα χέρια της.
Name - Usages
Τα κυριότερα αγγεία του Κόρνου είναι:
- κούζα: αγγείο νερού με ένα χέρι, στρογγυλή κοιλιά και βάση στρογγυλή (στηριζόταν σε υποστήριγμα ή στο πάτωμα) ή ίσια στα νεότερα χρόνια.
- κουζίν: μικρή κούζα.
- μπότης: αγγείο με στενό λαιμό κι ένα χέρι.
- μποτούδιν: πιο μικρό σε μέγεθος.
- βάττα: αγγείο με στενό λαιμό, χωρίς χέρια.
- χαλλουμόκουζα: αγγείο με ανοιχτό λαιμό και δύο χέρια στους ώμους.
- πιθαρούδιν του γυρισταρκού: μικρό πιθάρι με δύο χέρια στους ώμους.
- κουμνάριν: πιθάρι μικρό.
- κούμνα ή διπλόζωνον: το μεγαλύτερο μέγεθος πιθαριού.
- γαλευτήριν: αγγείο για το άρμεγμα του γάλακτος.
- ταάριν: μεγάλη κούπα για το πότισμα των ζώων.
- τζιβέρτιν: κυψέλη.
- κεραμίδια
- χολέτρες: υδρορροές.
- τ(τ)αβάς, τιανίστρα, πινιάδα: μαγειρικά σκεύη.
- βάττα με τα ποτούδκια: σύνθετο αγγείο με μικρογραφίες αγγείων στην κοιλιά του (Δημητρίου 2001, 19-21).
Ο Ι. Ιωνάς αναφέρει τους εξής τύπους αγγείων του Κόρνου:
- γάστρα: τη(γ)άνι για τηγάνισμα πάνω στη νισκιάν [εστία] με τα ξύλα.
- πινιάδα: χύτρα με σχήμα κυλινδρικό, δύο ψευδοαφτιά και πώμα για μαγείρεμα.
- σινί: χύτρα με σχήμα κυλινδρικό, δύο ψευδοαφτιά και πώμα για μαγείρεμα, αλλά πιο χαμηλή από την προηγούμενη.
- κουρελλίν: χύτρα με σφαιρική κοιλιά, με πώμα και δύο μικρά φκιά [αφτιά] για μαγείρεμα πάνω στη φωτιά της εστίας.
- μαστραππάς: για τη μετάγγιση των υγρών.
- τάσιν: για πόση νερού.
- μικρά σύνθετα πλουμιστά αγγεία των οποίων η αποστολή είναι μόνο καλλωπιστική. Πρόκειται για μικρά αγγεία με πολλαπλές εκροές μέσα στις οποίες συνηθιζόταν να τοποθετούνται λουλούδια (Ιωνάς 2001, 426-427).
αγγεία Κόρνου
Additional information and bibliography
Στον Κόρνο και το Φοινί η παραγωγή είχε τη μορφή οικοτεχνίας, ενώ οι τεχνίτες και οι τεχνίτισσες εργάζονταν στην αυλή του σπιτιού τους, με μοναδικό βοήθημα ένα απλούστατο είδος τροχού. Τον πηλό τον κατασκεύαζαν οι ίδιοι: έφερναν κοκκινόχωμα από το Σταυροβούνι, το οποίο άλεθαν και ζύμωναν σε μια γούρνα μ’ ένα ξύλινο φτυάρι. Μετά το ζύμωμα ο πηλός τοποθετούνταν σε σωρούς κοντά στον πρόχειρο τροχό, τον οποίο αποτελούσαν δύο ξύλα τετράγωνα, το πάνω κινητό και το κάτω ακίνητο, ενωμένα στο κέντρο. Η μαστόρισσα τοποθετούσε αυτόν τον τροχό, το γυριστήριν, ανάμεσα στα πόδια της και, αφού κτυπούσε καλά τον πηλό, τον τοποθετούσε στον τροχό πάνω σε ένα κομμάτι από φελλό πεύκου. Στη συνέχεια, με το πόδι της άρχιζε να κινεί τον τροχό και να σχηματίζει το αγγείο με τα χέρια της. Καθώς το αγγείο άρχιζε να παίρνει σχήμα, με τη βοήθεια ενός καλαμιού, λέπταινε τα τοιχώματα και προχωρούσε προς τον σχηματισμό του λαιμού του αγγείου, τον οποίο έδενε με σπάγκο για να μην πέσει, καθώς ο πηλός ήταν ακόμη μαλακός. Τέλος, έστριβε λίγο πηλό, τον οποίο τοποθετούσε γύρω από τον λαιμό για να σχηματίσει τα χείλη και το στόμιο, απ’ όπου θα έτρεχε το νερό. Η διακόσμηση του αγγείου γινόταν όταν ακόμη ο πηλός ήταν μαλακός και αμέσως μετά προσέθεταν το χέρι, ακριβώς απέναντι από το στόμιο. Οι πιο πάνω εργασίες γίνονταν κατά τη διάρκεια της πρώτης μέρας. Τη δεύτερη μέρα με ένα μαχαίρι αφαιρούσαν τον περιττό πηλό από τη βάση και τα τοιχώματα του αγγείου για να του δώσουν το τελικό του σχήμα. Στη συνέχεια, το αγγείο τοποθετούνταν ανάποδα πάνω στον τροχό και με ένα καλάμι ομαλοποιούνταν η επιφάνειά του. Τέλος, το αγγείο σκουπιζόταν με ένα βρεγμένο ρούχο. Η πιο πάνω διαδικασία ακολουθούνταν μόνο για τα μικρά αγγεία, ενώ τα μεγάλα πιθάρια δεν γίνονταν ολόκληρα πάνω στον τροχό. Τα κατασκεύαζαν μέχρι τη μέση, τα έδεναν και μετά συνέχιζαν, τοποθετώντας λωρίδα λωρίδα με το χέρι, μέχρι να γίνει το τελικό σχήμα. Τα άφηναν να στεγνώσουν, επαναλάμβαναν τη διαδικασία του ξυσίματος και τα αγγεία φυλάγονταν για δέκα μέρες στο σπίτι μακριά από ήλιο και αέρα, για να μην σκάσει ο πηλός. Κατόπι, πυρωνόταν το καμίνι και τα μικρά αγγεία τοποθετούνταν πάνω από τα μεγάλα, για να ψηθούν καλύτερα και να μη σπάσουν.
Κάθε γειτονιά στον Κόρνο είχε το καμίνι της: είχε σχήμα κώνου με άνοιγμα στην κορυφή και πόρτα στη μια πλευρά. Ήταν κτισμένο με τούβλα και εξωτερικά επιχρισμένο με άσπρο χώμα ανακατεμένο με άχυρο. Εσωτερικά ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη, το κάτω και το πάνω μέρος. Στο κάτω μέρος άναβε η φωτιά με τα ξύλα, ενώ το πάτωμα, όπου στοιβάζονταν τα αγγεία, είχε μικρές τρύπες για να ανεβαίνει η ζέστη και να ψήνονται τα αγγεία. Η πόρτα του καμινιού ασφαλιζόταν με κομμάτια από σπασμένα αγγεία.
Η κατασκευή βέβαια των αγγείων δεν διαρκούσε όλο τον χρόνο, αλλά μόνο κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού. Μερικές φορές οι ίδιες οι γυναίκες κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, που δεν μπορούσαν να δουλέψουν λόγω του καιρού, πήγαιναν και πουλούσαν τα αγγεία τους στα ορεινά χωριά και στα πανηγύρια.
Η διακόσμηση των διακοσμητικών αγγείων είναι τροχωτή, στικτή και ανάγλυφη. Η τροχωτή επιτυγχανόταν με ένα μικρό τροχό από ξύλο αροδάφνης στερεωμένο σ’ ένα καλάμι, ενώ η στικτή γινόταν με ένα κομμάτι χτένας ή με ένα πολύ λεπτό καλάμι χωρισμένο σε δόντια. Με την τροχωτή και τη στικτή διακοσμούσαν τις κούζες, τα κουζιά, τους μπότηδες και τα άλλα μικρότερα αγγεία, κυρίως στη βάση του λαιμού και στους ώμους των αγγείων. Τα πιθάρια, σε συνδυασμό με τη στικτή διακόσμηση, είχαν και τις ανάγλυφες κυματοειδείς γραμμές, τα ζωνάρκα. Στα μικρά αγγεία, εκτός από τη συνηθισμένη διακόσμηση, τοποθετούσαν γύρω στην κοιλιά τους και ανάγλυφες μορφές πουλιών και μικρών αγγείων (Δημητρίου 2001, 15-19).
Τα αγροτικά κέντρα του Φοινιού και του Κόρνου παρήγαγαν αγγεία από κόκκινο πηλό για τη φύλαξη του νερού, με τα οποία προμήθευαν τις πόλεις και τα χωριά της Κύπρου. Σύμφωνα με πληροφορίες περιηγητών στις αρχές του 19ου ο Κόρνος αποτελείτο από καμιά τριανταριά σπίτια και όλοι σχεδόν οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κατασκευή πήλινων αγγείων. Στον Κόρνο και στο Φοινί η παραγωγή συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας με τους εναπομείναντες τεχνίτες (Δημητρίου 2001, 12).
Δημητρίου Μ. (2001), Παραδοσιακή αγγειοπλαστική στην Κύπρο, Εθνογραφικό Μουσείο Κύπρου-Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Λευκωσία.
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Ελένη Χρίστου, Τόνια Ιωακείμ, Πετρούλα Χατζηττοφή, Αργυρώ Ξενοφώντος