γάστρα,η

Name - Usages
Περιγραφή Σκεύους / Εργαλείου

Πρόκειται για πήλινο τηγάνι που ήταν κυκλικό, αβαθές, χωρίς χερούλια ή με ένα χερούλι (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα γάστρα,η, 298).

Μέσα σε αυτό καβούρδιζαν διάφορα πράγματα, όπως καφέ, σησάμι, κανναβούρι, ρύζι κ.α. και έψηναν πίττες κρέας κ.α. (Κυπρή 1989, λήμμα γάστρα,η, 371).

Κυπριακή Ονομασία
γάστρα
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

πήλινο τηγάνι / αβαθές σκεύος

Ετυμολογία - Γλωσσικές Παρατηρήσεις

υποκ. το γαστρίν ή γαστρούιν

Κυρίως, γαστρίν ονομάζόταν η πήλινη πάστα, από την οποία ήταν κατασκευασμένα τα πήλινα αγγεία. Κοινή φράση: «Το λάδιν έλειψεν τέλεια ’πού την ντζάραν, εφάνην το γαστρίν» (Κυπρή 1989, λήμμα γάστρα,η, 371).

Τρόπος Χρήσης
Χρονολογία
19ος - 20ός αι.
Συμπληρωματικά Στοιχεία

Στην ύπαιθρο σήμαινε το πήλινο τηγάνι μέσα στο οποίο έψηναν πίτες χωρίς λάδι. Όταν οι αγρότες δεν ευκαιρούσαν να ζυμώσουν ψωμιά, έψηναν πίτες στη γάστρα, τις οποίες χρησιμοποιούσαν όπως το ψωμί. Στις πόλεις τις χρησιμοποιούσαν για το καβούρδισμα του καφέ (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα γάστρα,η, 298).

Στις πόλεις σήμαινε το πήλινο δοχείο (τη γλάστρα) των λουλουδιών.
Υποκ. γαστρίν, γαστρούδιν σημαίνουν τμήμα σπασμένου πήλινου αγγείου, το οποίο χρησιμοποιούσαν για ούρηση ή εναπόθεση τροφής για τις όρνιθες (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα γάστρα,η, 298).

Βιβλιογραφία

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1989), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Γ΄, Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XIV, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος