Είδος κολοκύθας.
Name - Usages
Πρόκειται για είδος κολοκύθας.
Η Ευγενία Πέτρου-Ποιητού σημειώνει ότι η μαρταγγούρα είναι κρεατοκόλοκο, όπου έβαζαν τα βερκά για τα αμπελοπούλια (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Μαρταγγούρα, 84).
ΕΤΥΜ. κρεατοκόλοκον < κρέας + κόλοκος (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κρεατοκόλοκο, 71).
μαρταγγούρα < Μάρτης + αγγούρι (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Μαρταγγούρα, 84)
μαρταγγούρκα < μαρταούλια, κατά παρετυμ. προς τα αγγούρκα (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα μαρταγγούρκα,τα, 274)
Σύμφωνα με τον Γιώργο Μαυροκορδάτο τη ζαμπούρα την έκοβαν, την κρέμαγαν και έβαζαν μέσα τα κουτάλια και τα πιρούνια (Μαυροκορδάτος, 304).
Η Ευγενία Πέτρου-Ποιητού σημειώνει στην έκδοσή της «Από πού κρατάει η σκούφια τους» ότι κρεατοκόλοκον είναι κολοκύθη μακρουλή ειδική για γέμιση (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κρεατοκόλοκο, 71), όπως και ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης, ο οποίος επισημαίνει στο Γλωσσάριο του πως η κριατοκολόκα είναι ο καρπός της κριατοκολοτζ̆ιάς και τον μεταχειρίζονται προς κατασκευή ντολμάδων (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κριατοκολοτζ̆ιά,η, 169).
Ζαμπούρα ονομάζεται στη Μύρτου [κοινότητα της επαρχίας Κερύνειας] και παράγεται από το ιταλ. ζάμπα για το παρεμφερές του σχήματος προς τη ζάμπαν, κνήμην. Στην Καρπασία καλείται μαρταγκούρα,η (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα ζαμπούρα,η, 460).
Additional information and bibliography
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Μαυροκορδάτος Γ. Ι. (2003), Δίκωμο: Το χθες και το σήμερα, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ