Κανάτι.
Name - Usages
Πρόκειται για είδος πήλινου αγγείου για νερό, κοινώς βάττα (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα κορύπα,η - κορύπιν,το, 218). Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του σημειώνει πως είναι είδος επιτραπέζιου λαγηνιού με στενό και μακρύ λαιμό, στο πάνω μέρος του οποίου υπάρχουν χείλη ή κεφαλή κορυμβοειδής, εξού και η λέξη.
κανάτι, υδροδόχη
ΕΤΥΜ. < κορύπη (Ανδριώτης) (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα κορύπα,η - κορύπιν,το, 218; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κορύπα, 64). Κατά Καραποτόσογλου < συρ. - αραμ. gᵉrôbâ (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα κορύπα,η - κορύπιν,το, 218)
< κόρυς, κορύμβη, κορύμβα, κορύμπα, κορύπα (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κορύπα, κουκκουμάρα, βάττα και λαγήνα,η, 234)
Καλείται έτσι στην Πάφο, ενώ στη Λεμεσό κουκκουμάρα (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κορύπα,η και κουκκουμάρα,η, 18).
Additional information and bibliography
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ