κούμνα,η - κουμνίν,το - κούμνος,ο

Είδος πήλινου δοχείου για φύλαξη τροφών.

Name - Usages
Περιγραφή Σκεύους / Εργαλείου

Η κούμνα είναι μεγάλο πήλινο δοχείο χωρητικότητας 8-12 οκάδων για τη φύλαξη χαλλουμιών (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα κούμνα,η - κουμνίν,το, - κούμνος,ο, 226). Η Ευγενία Πέτρου-Ποιητού σημειώνει πως μέσα στο συγκεκριμένο δοχεί συνήθιζαν να φυλάνε και ελιές (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κούμνα, 68).

Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του επισημαίνει πως η κούμνα είναι πιθοειδές μικρό αγγείο για λάδι, ξύδι, ελιές, σταφίδες κ.λπ. (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κοῦμνα,η, 242).

Το κουμνίν ή κουμνούδιν είναι η μικρή κούμνα (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κουμνίν και κουμνούδιν,το, 243) και ο κούμνος η μεγάλη κούμνα ή πιθάρι, ο οποίος χωρεί μέχρι 200 οκάδες και είναι χρήσιμος για οινοπνεύματα, πολλές φορές και για τρόφιμα (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κοῦμνος,ο, 243).

Κυπριακή Ονομασία
κούμνα, κουμνίν, κούμνος
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

πίθος

Ετυμολογία - Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. < περσ. khurma, με τροπή του r σε v (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα κούμνα,η - κουμνίν,το, - κούμνος,ο, 226; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κούμνα, 68)
< τουρκ. kumkuma [στενόλαιμο δοχείο] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κούμνα, 68)
< αρχ. κύπη ή κύμβη (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κούμνα, 68)

πληθ. οι κούμνες, παράγ. κουμνιάζω = θέτω αλλαντικά κ.λπ. μαζί με λίπος σε κουμνί για φύλαξη (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κοῦμνα,η, 19). Πιο συγκεριμένα, σε μικρές κούμνες φυλάγονται τα αλλαντικά: «Τά λουκάνικα ἐκούμνιασά τα» (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κουμνιάζω, 167).

υποκ.: το κουμνάρι (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κούμνα, 68) / το κουμνίν και πληθ. τα κουμνιά (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κουμνιάζω, 167) και κουμνούδιν (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κουμνίν και κουμνούδιν,το, 243)

«Τό κουμνίν μου τό μιτσίν, ἒχει δκυό λογιῶν κρασίν»: αίνιγμα για το αυγό (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα κουμνίν και κουμνούδιν,το, 243).

Τρόπος Χρήσης
Χρονολογία
19ος - 20ός αι.
Συμπληρωματικά Στοιχεία

Τα αλλαντικά που φυλάγονταν μέσα στο κουμνίν ονομάζονταν κουμνιαστά.

Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ