Καλαμωτή για μεταξοσκώληκες ή σκέπασμα οροφής.
Name - Usages
Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Γ. Γιαγκουλλή πρόκειται για καλαμωτή για μεταξοσκώληκες ή σκέπασμα οροφής (Γιαγκουλλής 2005, λήμμα ψαθαρκά,η, 532).
Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του σημειώνει πως ψαθαρκά ή ψαθαργγά είναι η καλαμωτή, αρχ. ταρσός, μέσα στην οποία φυλάγονται τα τυριά, τα προσφάγια από γάλα κ.λπ. Παράλληλα, προσθέτει πως στις ψαθαρκές εκτρέφουν τους μεταξοσκώληκες (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα ψαθαρκά,η, 517).
Ο Ιωάννης Ιωνάς στα «Παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου» αναφέρει πως τις ψαθαρκές τις χρησιμοποιούνταν ως αμπάρια για φύλαξη του σιταριού και στο πέτσωμα της στέγης των σπιτιών πάνω από τα δοκάρια. Με ένα κομμάτι ψάθας σχημάτιζαν μεγάλο κύλινδρο διαμέτρου ενάμισι μέτρου περίπου, τον οποίο έκλειναν με ραφές στη μια πλευρά και τον πυθμένα για τον οποίο χρησιμοποιούσαν άλλο μικρό κομμάτι ψάθας. Το ψάθινο αυτό κατασκεύασμα το τοποθετούσαν σε κάποια γωνιά του σπιτιού και, αφού έμπαιναν μέσα, σοβάτιζαν όλο το εσωτερικό του με δύο ή τρεις στρώσεις γύψου ή πηλού από ασπρόχωμα για να μην μπορεί το σιτάρι να περνά από τις χαραμάδες των καλαμιών. Τοιουτοτρόπως, εμποδιζόταν επίσης η κλοπή από τα μυρμήγκια (Ιωνάς 2001, 494-496).
ψάθα
ΕΤΥΜ. < ψαθαριά < ψαθάριν < ψάθα (Γιαγκουλλής 2005, λήμμα ψαθαρκά,η, 532)
Η ψαθαρκά που χρησιμοποιείται για την εκτροφή μεταξοσκώληκα ονομάζεται και γυρός (Γιαγκουλλής 2005, λήμμα γυρός,ο, 130).
Additional information and bibliography
Οι ψαθαρκές που γίνονταν με καλάμια διέφεραν από εκεινες που γίνονταν με φλού(δ)ιν. Για τις ψαθαρκές, οι οποίες ήταν σκληρές, τα καλάμια καθαρίζονταν και σχίζονταν με κοντό μαχαίρι ή σουγιά εις μήκος, για τη δημιουργία φτελλών [λωρίδων], όπως και στην περίπτωση της κατασκευής καλαθιών. Το πλέξιμο άρχιζε με το άπλωμα στο έδαφος ενός αριθμού φτελλών σε παράλληλες γραμμές, οι οποίες θα αποτελούσαν τη βάση. Στη συνέχεια περνιούνταν εναλλάξ φτέλλες με το χέρι (πάνω και από κάτω από τις φτέλλες της βάσης) μέχρι να συμπληρωθεί η ψαθαρκά.
Το πλέξιμο του μαλακού ψαθιού ήταν διαφορετικό από εκείνο της ψαθαρκάς. Αυτό γινόταν πάνω σε αργαλειό στοιχειώδους μορφής, ο οποίος ήταν ένα απλό οριζόντιο ξύλινο πλαίσιο τοποθετημένο απευθείας πάνω στο έδαφος και μια μεγάλη σανίδα με τρύπες που έπαιζε το ρόλο του χτενιού. Τα πλεγμένα βρουλιά [οι πλεξούδες] από τόνο [είναι το φλού(δ)ιν πλεγμένο σε βρουλλίν/πλεξούδα], που έπαιζαν τον ρόλο της βάσης στο πλέξιμο, τεντώνονταν με τράβηγμα στη μια στενή μεριά του πλαισίου, αφού περνούσαν πρώτα από τις τρύπες του χτενιού. Κατά το πλέξιμο, τη θέση των κλωστών είχαν λεπτές φτέλλες καλαμιών, οι οποίες συμπιέζονταν, η μια πάνω στην άλλη, με κτυπήματα του κτενιού. Η γυνιάκα, η οποία έπλεκε το ψαθί, εργαζόταν σκυφτή ή καθιστή προς τη μεριά με το κομμάτι του ήδη πλεγμένου ψαθιού (Ιωνάς 2001, 494-496).
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος