Είδος μεγάλης μάχαιρας.
Name - Usages
μεγάλο μαχαίρι (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα ππάλα,η, 340; Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα ππάλα,η, 409), σπάθη (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα ππάλα,η, 409)
μεγάλο μαχαίρι
ΕΤΥΜ. τουρκ./οθωμ. pala (Γιαγκουλλής 2014, λήμμα ππάλα,η, 443; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Ππάλα, 121), που σημαίνει λάμα (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Ππάλα, 121) - ιταλ. pala (Γιαγκουλλής 2014, λήμμα ππάλα,η, 443; Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα ππάλα,η, 409), που σημαίνει πτύον, δηλ. φτυάρι (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα ππάλα,η, 409).
γεν. της ππάλας και αιτ. την ππάλαν
πληθ. οι ππάλες, γεν. των ππάλων και αιτ. τις ππάλες
ρ. παραγ. ππαλιάζω, άλλα παραγ. ππαλιά,η: «Έκαμεν το ούλλον ππαλιές» (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα ππάλα,η, 340)
Additional information and bibliography
Χρησιμοποιείται για το κόψιμο των κρεάτων από τους κρεοπώλες. Φαρμακίδου ΞΠ (2003, σελ. 340)
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2014), Θησαυρός της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικός, Ετυμολογικός, Φρασεολογικός και Ονοματολογικός, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,74, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ