Περιγραφή Σιτηρεσίου - Γευμάτων
«Το πρωίν εσηκωννούμαστιν τζ̆ι επηαίνναμεν στην εκκλησ̆ιάν τζ̆αι πολούτουρκα [πολούτουρκα, επίρρ. = μετά τη θεία λειτουργία] ετζ̆οινωνούσαμεν [τζ̆οινωνώ = κοινωνώ]. Ύστερις επηαίνναμεν έσσω [έσσω = στο σπίτι] τζ̆ι ετρώαμεν σούππαν ρύζιν με όρνιχαν [όρνιχα,η = η κότα] τζ̆αι κολοκάσιν με τον σ̆οίρον [σ̆οίρος,ο = ο χοίρος] τζ̆ι επίνναμεν κρασίν στερκόν [στερκόν,το = το ξηρό] κότσ̆ινον [κότσ̆ινον,το = το κόκκινο]» (Μαυροκορδάτος 2003, 352).
Σε μερικά χωριά τα κόλλυβα, τα οποία μοιράζονται στο τέλος της θείας λειτουργίας των Χριστουγέννων, φροντίζει κάθε οικοδεσπότης να τα φέρει, χωρίς να φάει ο ίδιος, στο σπίτι του, για να δώσει στις όρνιθες, διότι πιστεύεται ότι με αυτό τον τρόπο θα γεννήσουν πολλά αβγά κατά τη διάρκεια ολόκληρου του χρόνου (Παπαχαραλάμπους 1965, 163).
Additional information and bibliography
Μαυροκορδάτος Γ. Ι. (2003), Δίκωμο: Το χθες και το σήμερα, Λευκωσία.
Παπαχαραλάμπους Γ. Χ. (1965), Κυπριακά ήθη και έθιμα, Δημοσιεύματα Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, 3, Λευκωσία.
Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος