Το πατάρι.
Περιγραφή Χώρου
Πρόκειται για ημιώροφη ξύλινη κατασκευή με (εξαίρεση καμιά φορά του δαπέδου που μπορούσε να είναι από πλάκες μαρμαρίνης) που είχε ελαφρά κλίση προς τη στενή μεριά του μακρυναριού (Ιωνάς 2001, 61). Ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης σημειώνει στο Γλωσσάριό του πως είναι μέρος του πλάτους κάποιου δωματίου. Ακριβώς στο μέσο του ύψους κατασκευάζουν οι χωρικοί σανιδωτή στέγη, το άνω μέρος της οποίας χρησιμεύει ως σιταποθήκη, το δε κάτω ως στάβλος (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα σέντε,το, 36).
πατάρι, υπερώο
ΕΤΥΜ. < παλ. γαλλ. sente (λατ. semita). Σημαίνει και δίοδος (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα σέντε,το, 420; Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα σέντε,το, 428).
Additional information and bibliography
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1989), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Γ΄, Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XIV, Λευκωσία.
Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος