βλασ̆σ̆ίν (βλασσίν) - νεροκόλοκον - κολότζ̆ιν (κολότζιν),το

Το βλασσίν, η λεγόμενη κολόκα, εμφανίζεται στο λαϊκό παραμύθι «Ο Σπανός τζι’ οι Σαράντα Δράτζιοι». «Αμμάν επήασιν έσσω, εσκεφτήκασιν την νύχτα να σκοτώσουν τον Σπανόν την ώρα που τζοιμάται, αμμά ο Σπανός άκουσεν τους. [...] τζι’ έπιαεν μιαν κολάκαν μηάλην, εγέμωσεν την κρασίν, εστούππωσεν την τζι’ έβαλεν την μεσ’ στο κρεβάτιν. Εσσιέπασεν την με το πάπλωμαν τζι’ έβκην ‘πά’ στο δώμαν τζι’ έκατσεν. Ύστερα που λλίην ώραν ακούει ττοπουζιές. [...] Που την πρώτην ττοππουζιάν η κολόκα έσπασεν τζιαι το κρασίν έτρεσιεν χαμαί.»

Αποδελτίωση: Μαρία Τσαγγάρη

Ονομασία - Χρήσεις
Περιγραφή Σκεύους / Εργαλείου

Ο καρπός της λαγηνοσχήμου κολοκυθιάς, το οποίο αφού αποξηρανθεί μετατρέπεται σε δοχείο αποθήκευσης υγρών (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βλασ̆σ̆ίν,το, 137-138; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Βλάσκα, 32). Το χρησιμοποιούσαν σαν αποθηκευτικό σκεύος και σκεύος μεταφοράς και σερβιρίσματος κυρίως του κρασιού και κάποτε και του νερού. Όταν οι αγρότες πήγαιναν να εργαστούν στα χωράφια και δεν υπήρχε τριγύρω πόσιμο νερό, έπαιρναν μαζί τους νερό μέσα στο βλασσίν. Συνηθιζόταν πάνω στην εξωτερική επιφάνειά των βλασκιών, ιδιαίτερα των συμμετρικών, να φτιάνουν διάφορες διακοσμήσεις. Τα διακοσμημένα βλασκιά θεωρούνταν αγγεία πολυτελείας (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βλασ̆σ̆ίν,το, 137-138).

Ο Γιώργος Ι. Μαυροκορδάτος σημειώνει πως τα νεροκόλοκα τα έκοβαν και έβαζαν μέσα αλάτι, ελιές ή κρασί (Μαυροκορδάτος 2003, 303-304).

Κυπριακή Ονομασία
βλασσίν, βλασκίν, φλασκίν, βλάσκα, βλασκούδιν, κολότζιν, νεροκόλοκον
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

φλασκί, κολοκύθι, νεροκολόκυθο

Ετυμολογία - Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. βλασ̆σ̆ίν < λατ. flasco (ιταλ. fiasco που σημαίνει τελεία ή γελοία αποτυχία. Συνώνυμο με το δικό μας «κολοκύθια»). Πρβλ. γαλλ. flasque από το ιταλ. fiasco, που σημαίνει φιάλη, δοχείο. Αγγλοσαξ. flasce, flaxe, παλαιογερμ. flasca, γερμ. flasche, αγγλ. flask (Κυπρή 1989, λήμμα βλασ̆σ̆ίν,το, 255)
βλάσκα < λατ. flasca ή τη γαλλ. flacon [φιάλη] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Βλάσκα, 32)
κολότζ̆ιν < κόλοκος [κάτι χωρίς γεύση] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κολότζι, 63)

βλασ̆σ̆ιν: πληθ. τα βλασσιά
υποκ. βλασκού(δ)ιν,το, πληθ. τα βλασκούδκια
Προφέρεται και φλασσίν (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βλασ̆σ̆ίν,το, 137-138).

κολότζ̆ιν: πληθ. τα κολότζ̆ια, υποκ. κολοκούδιν, πληθ. τα κολοκούδκια, το φυτό κολοτζ̆ιά,η, πληθ. οι κολοτζ̆ιές (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κολότζ̆ιν,το, 260)

Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του το λεξικογραφεί ως βλασκίν ή φλασκίν (σκι = chi γαλλ.) και το ερμηνεύει ως το μακρύ με λαιμό κολοκύθι για το νερό κ.λπ. Ονομάζεται και κοστίν. Μεταφορικά σημαίνει και τον φουσκωμένο άνθρωπο (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα βλασκίν ή φλασκίν,το, 92).

Ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης αναφέρει πως κολότζ̆ιν ονόμαζαν, πέραν του καρπού της κολοκυθιάς, και τον καρπό της λαγηνόσχημου κολοκύνθης (Lagenaria vulgaris) ή το βλασσίν (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα κολότζ̆ιν,το, 260)

Στη Φασούλα και περίχωρα το έλεγαν κοστίν.

Τρόπος Χρήσης
Χρονολογία
19ος - 20ός αι.
Συμπληρωματικά Στοιχεία

«Εσπάσαν τα κολότζ̆ια τους»: Αν σε κάποιο σπίτι έσπαζαν τα κολότζ̆ια που περιείχαν κρασί, δεν θα μπορούσαν να κεράσουν τους προξενητές. Έτσι θα έμεναν ανύπαντρες οι κόρες τους (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κολότζι,63).

Το βλασσίν, η λεγόμενη κολόκα, εμφανίζεται στο λαϊκό παραμύθι «Ο Σπανός τζι’ οι Σαράντα Δράτζιοι». Σ’ αυτό το παραμύθι παρουσιάζονται οι προσπάθειες του Σπανού να νικήσει τους σαράντα δράκους που έκοψαν το νερό από το χωριό του. Το σχέδιό του περιλαμβάνει αρκετά τεχνάσματα με τα οποία καταφέρνει να πείσει τους δράκους ότι είναι παλληκάρι άξιο να μένει μαζί τους. Μετά από περιπέτειες και πονηριές, τελικά επιτυγχάνει: σκοτώνει τους δράκους και χαλά το «δήμμα» που έφτιαξαν για να μπορέσει να κυλήσει το νερό στο χωριό του.
Ο Σπανός χρησιμοποιεί την κολόκα δύο φορές ως δοχείο αποθήκευσης. Την πρώτη φορά τη γεμίζει με κρασί και την κρύβει στο κρεβάτι του για να ξεγελάσει τους δράκους που ήθελαν να τον σκοτώσουν. Οι δράκοι χτυπούν την κολόκα, τη σπάζουν και νομίζουν ότι το κρασί που τρέχει είναι το αίμα του Σπανού.
Τη δεύτερη φορά γεμίζει την κολόκα με πίσσα, την οποία χρησιμοποιεί για να «ιγρίσει» τους δράκους, δήθεν για να μην πεθαίνουν. Αυτό ήταν και το πιο επιτυχημένο τέχνασμα του Σπανού: τους έπεισε πώς ο ίδιος δεν πέθανε μετά την επίθεσή τους χάρη σε ειδικά μάγια, ήταν «γρισμένος». Οι δράκοι τον παρακάλεσαν να τους «ιγρίσει» κι αυτούς. Ο Σπανός δέχτηκε και τους «έγρισε» έναν έναν με καυτή πίσσα. Έτσι, κατάφερε να τους σκοτώσει και να σώσει το χωριό του.
«Άμμαν επήασιν έσσω, εσκεφτήκασιν την νύχτα να σκοτώσουν τον Σπανόν την ώρα που τζοιμάται, αμμά ο Σπανός άκουσεν τους. [...] τζι’έπιαεν μιαν κολάκαν μηάλην, εγέμωσεν την κρασίν, εστούππωσεν την τζι’ έβαλεν την μεσ’ στο κρεβάτιν. Εσσιέπασεν την με το πάπλωμαν τζι’ έβκην ‘πά’ στο δώμαν τζι’ έκατσεν. Ύστερα που λλίην ώραν ακούει ττοπουζιές. [...] Που την πρώτην ττοππουζιάν η κολόκα έσπασεν τζιαι το κρασίν έτρεσιεν χαμαί.»
«Έμπαιννεν μεσ’ την κάμαρην, ερωμάνιζεν την πόρταν τζι’ έβαλλεν τον δράκον τζι’ εκάθετουν πα’ στην τσαέραν. Εγέμωννεν την κολόκαν πίσσαν χογλαστήν τζι’ έγυρνεν του την πουπάνω» (Από την έκδοση: Κυπριακόν Παραμύθιν, Ο Σπανός τζι’οι Σαράντα Δράτζιοι με εικονογράφηση του Χαμπή Τσαγγάρη, εκδ. Printco, 1986.
Βασίζεται στην έκδοση των Κυπριακών Σπουδών του Νέαρχου Κληρίδη,1959.
Αποδελτίωση: Μαρία Τσαγγάρη).

Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1989), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Γ΄, Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XIV, Λευκωσία.

Μαυροκορδάτος Γ. Ι. (2003), Δίκωμο: Το χθες και το σήμερα, Λευκωσία.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Τσαγγάρης Χ. (1986), Κυπριακόν παραμύθιν. Ο σπανός τζι’ οι σαράντα δράτζιοι, Printco.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Στάλω Λαζάρου, Μαρία Τσαγγάρη, Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ