Σκεύη κατασκευασμένα με τενεκέ.
Ονομασία - Χρήσεις
Ο τενεκετζής κατασκεύαζε προϊόντα τα οποία πωλούσε στο εργαστήρι του, που συνήθως ήταν κοντά στις αγορές των πόλεων ή και στα πανηγύρια. Δεχόταν παραγγελίες για ειδικά σκεύη όπως, για παράδειγμα, τον λαμπίκο [αποσταχτήρα] του ροδοστάγματος και έφτιαχνε τα αντικείμενα και σκεύη που γνώριζε ότι είχαν ζήτηση. Στον κατάλογο των προϊόντων που κατασκευάζει περιλαμβάνονται τενεκέδες, χωνιά, σίκλες [κουβάδες], γαλευτήρια [δοχεία αρμέγματος], μαστραπάδες, κάρτοι [δοχεία ενός τετάρτου του γαλονιού] για το πετρέλαιο, μικρά ντεπόζιτα νερού με φουντάνα [βρύση] για το νίψιμο, χαρκούδκια, δηλαδή λέβητες με δύο μικρές χειρολαβές για το πλύμα των ρούχων, λαμαρίνες για το ψητό του φούρνου και τα γλυκίσματα του ζαχαροπλάστη, κάδοι του πετρελαίου, όλα τα χρειαζούμενα του καφετζή, όπως ήταν οι τζισβέδες [μπρίκια] για τον καφέ, ζαχαρόλλες [δοχεία] για τον καφέ και τη ζάχαρη, κουγιούμια για τη ζεστή άμμο μέσα στην οποία ψηνόταν ο καφές, φουκούδες και φουγάρα για τις ψησταριές, βελόνες για τα πύραυνα, φανάρια, αρβάλια, κόσκινα σιταρικά, κόσκινα σουσαμικά (Ιωνάς 2001, 281-282).
τενεκεδένια σκεύη
ΕΤΥΜ. < τουρκ. teneke (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα τενεκές κ. ντενεκές (ο), 1752)
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Τενεκετζής ήταν ο τεχνίτης ο οποίος δούλευε τις πλάκες λευκοσιδήρου μετά την εισαγωγή τους στο νησί, κατά τα τέλη του προηγούμενου αιώνα και ήταν εγκατεστημένοι στις πόλεις. Ο τενεκετζής ανέλαβε ένα αρκετά μεγάλο μέρος από τις κατασκευές που έκανε προηγουμένως μόνο ο χαλκωματάς ή καζαντζής, του οποίου βασική ύλη ήταν ο χαλκός, και εργαζόταν με τον ίδιο τρόπο (Ιωνάς 2001, 281-282).
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Μπαμπινιώτης Γ. (2005), Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Με σχόλια για τη σωστή χρήση των λέξεων. Ερμηνευτικό, Ορθογραφικό, Ετυμολογικό, Συνωνύμων-Αντιθέτων, Κυρίων Ονομάτων, Επιστημονικών Όρων, Ακρωνυμίων, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα.
Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος