Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
Εντράδα
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή
Εντράδα
Διεθνής όρος της γαστρονομίας για μια μεγάλη κατηγορία εδεσμάτων που περιλαμβάνει όλα τα φαγητά που βασίζονται στο κρέας με λαχανικά και έχουν μαγειρευτεί στην κατσαρόλα.
Γλωσσικές Παρατηρήσεις
Απο τη γαλλική λέξη entrer (εισέρχομαι), entrance (είσοδος)
Λειτουργικός Συμβολικός Ρόλος
Διατροφική Αξία
Κατά τoν Φαρμακίδη, η εντράδα είναι είδος σούπας αυγολέμονο. Αντί ρυζιού η σούπα περιέχει μικρούς κεφτέδες μεγέθους καρυδιού (λεπτοκαρύου). Φαρμακίδου ΞΠ (2003, σελ. 302)
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Χρονολογία
20ος αιώνας
Βιβλιογραφία
Φαρμακίδου ΞΠ (1983). Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, [Υλικά διά την σύνταξιν Ιστορικού Λεξικού της Κυπριακής Διαλέκτου, μέρος Β', έκδ. Θεοφανώς Δ. Κυπρή], Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, Λευκωσία, 2η έκδ, 2003.
Ερευνητής/Καταχωρητής
Στάλω Λαζάρου