Κατσούριν ή κατσούρκα

Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
Κατσούριν ή κατσούρκα
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Ονόμαζαν οι αγρότες της Κύπρου τα στάχια του σιταριού τα οποία έψηναν, έτριβαν στις παλάμες, για να αφαιρεθεί εύκολα ο φλοιός από τους σπόρους. Φαρμακίδου ΞΠ (2003, σελ. 258)

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

Κατσούρκα, τα. Π. παραγ. Κατσουρίζω δηλ. ψήνω πάνω σε φωτιά Φαρμακίδου ΞΠ (2003, σελ. 258), Ερωτοκρίτου Ι (1989, σελ. 300)

Μέθοδος Εξασφάλισης
Συστηματική καλλιέργεια
Μέθοδος Επεξεργασίας

Όταν το σιτάρι ήταν ώριμο, αλλά πριν αποξηρανθεί, οι χωρικοί έκοβαν τα στάχια με τα στελέχη τους (καλάμια) και σχημάτιζαν δεσμίδες, τις οποίες έδεναν. Κρατούσαν τις δεσμίδες από τα καλάμια και τοποθετούσαν σε φωτιά (πυρά) τα στάχυα, ώσπου να κατσουριστούν. Μετά έτριβαν τα στάχια και έπεφταν τα σπυριά του σιταριού, τα οποίακαθάριζαν από τα φύλλα ή τα περιβλήματα με τη βοήθεια του ανέμου. .
Ερωτοκρίτου Ι (1989, σελ. 466)

Διατροφική Αξία

Τους δε σπόρους έτρωγαν σαν είδος κολλύβων . Φαρμακίδου ΞΠ (2003, σελ. 258)
Αποτελούσαν πολύ ευχάριτη τροφή για τους χωρικούς. Σύνηθης φράση: "Κόψε λλίον σιτάριν, να κάμωμεν κατσούρκα να φάμεν. Επεθύμησα πολλά τα κατσούρκα." Ερωτοκρίτου Ι (1989, σελ. 466)

Εορταστικές Περιστάσεις

Δεν είναι γνωστό εάν συνδεόταν παλιότερα με οποιεσδήποτε εορταστικές περιστάσεις.

Συμβολικές Χρήσεις

Δεν είναι γνωστές οποιεσδήποτε συμβολικές χρήσεις.

Χρονολογία
19ος-20ος αιώνας
Βιβλιογραφία

Φαρμακίδου ΞΠ (1983). Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, [Υλικά διά την σύνταξιν Ιστορικού Λεξικού της Κυπριακής Διαλέκτου, μέρος Β', έκδ. Θεοφανώς Δ. Κυπρή], Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, Λευκωσία, 2η έκδ, 2003.

Ερωτοκρίτου Ι (1989) Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών XIV Υλικά δια την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου Μέρος Γ΄ εκδ. Θεοφανώς Δ. Κυπρή, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Στάλω Λαζάρου