Είδος δοχείου.
Ονομασία - Χρήσεις
Πρόκειται για αγγείο (πιθάρι) (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα βουτζ̆ίν - βουτσίν - βουτσίον - βουττίν,το, 108; Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βουτζίον,το και βουττίν,το, 376), καθώς και δοχείο/ξύλινο βαρέλι κρασιού (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα βουτζ̆ίν - βουτσίν - βουτσίον - βουττίν,το, 108). Η Ευγενία Πέτρου-Ποιητού αναφέρει πως είναι μεταλλικό δοχείο για μεταφορά υγρών (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Βουτζίν, 33).
ΕΤΥΜ. κατά την Πέτρου-Ποιητού: < λατ. buttis < ελλην. βυτίον (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Βουτζίν, 33) / κατά τον Γιαγκουλλή: < μεσν. βουτσίον < βουτίον < λατ. butta (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα βουτζ̆ίν - βουτσίν - βουτσίον - βουττίν,το, 108)
Ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης επισημαίνει πως η λέξη βουτζίον χρησιμοποιούνταν αντί του σημερινού βυτίον∙ βυτίον, βουτίον, βουτζίον, τροπή του υ σε ου και του τ σε τζ (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βουτζίον,το, 376). Την ίδια σημασία είχαν και οι λέξεις βουττίν και βουτζίν (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βουττίν,το, 376). Σημειώνεται πως σήμερα βουττίν ονομάζεται και το βούτηγμα τεμαχίου άρτου εντός ζωμού (από το ρ. βουττώ) (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα βουττίν,το, 376; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Βουτζίν, 33).
Σύμφωνα με τον Γιαγκουλλή, οι λέξεις βουτζ̆ίν - βουτσίν - βουτσίον - βουττίν σημαίνουν και πλοιάριο (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα βουτζ̆ίν - βουτσίν - βουτσίον - βουττίν,το, 108).
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος