ατζ̆ίδα (ατζίδα) ή ατζ̆ία (ατζία),η

Κομμάτι ψωμιού από άκρη ή γωνιά.

Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
ατζίδα, ατζία
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Πρόκειται για κομμάτι ψωμιού από άκρη ή γωνία, που αποτελείται από μέρος του εξωτερικού καλοψημένου και σκληρού περιβλήματος (Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τ. 3, λήμμα ατζ΄ίδα ή ατζ΄ία,η, 56; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Ατζία, 29).

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. ατζίδα < αρχ. ακίς (Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τ. 3, λήμμα ατζ΄ίδα ή ατζ΄ία,η, 56 και Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα ατζ̆ίδα,η, 55; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Ατζία, 29)

Μέθοδος Εξασφάλισης
Άλλο
Συμβολικές Χρήσεις

Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Γ. Γιαγκουλλή, όποιος συνηθίζει να τρώει ατζίαν, παίρνει παπαδοπούλα (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα ατζ̆ία,η, 86).

Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Παυλίδης Α. (επιμ.) (1985), Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τ. 3, Φιλόκυπρος, Λευκωσία.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Κυριακή Παντελή, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ