Ονομασία - Προέλευση
Πρόκειται για τον καρπό της σχοίνου, η οποία στα κυπριακά ονομάζεται σ̆σ̆οίννιά (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα σ̆σ̆οίννος,ο, 347).
ΕΤΥΜ. < αρχ. σχοίνος (Γιαγκουλλής 2014, λήμμα σ̆σ̆οίννος,ο - σ̆σ̆οίννιά,η, 507)
Επιστημονική ονομασία φυτού: Pistacia lentiscus (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Σιοινόλαο, 135)
Λειτουργικός Συμβολικός Ρόλος
Τον σ̆σ̆οίννον τον έβαζαν μέσα στα λουκάνικα, για να τους δώσουν καλή γεύση. Από αυτόν εξήγαγαν και λάδι, το σ̆σ̆οίννόλαδον, το οποίο χρησιμοποιείτο μόνο για τηγάνισμα (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα σ̆σ̆οίννος,ο, 347).
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2014), Θησαυρός της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικός, Ετυμολογικός, Φρασεολογικός και Ονοματολογικός, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,74, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Φωτογραφία:
«Φυτό και καρποί σχοίνου (Pistacia lentiscus)»
Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ