Το καλαμπόκι.
Ονομασία - Προέλευση
νταρί ή ασπροσίταρο ή λιανοκαλάμποκο ή καλαμπόκι (Γεννάδιος 1914, 402)
Είδος δημητριακού (σόργο) που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ψωμιού αλλά και για τη διατροφή των ζώων (Γεννάδιος 1914, 402).
ΕΤΥΜ. < σόργον (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα τσέργον - τσέρκον,το, 490)
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Σύμφωνα με το Λεξικόν φυτολογικόν του Γεννάδιου, το τσέρκο ίσως να ταυτίζεται με το δημητριακό ζειά ή ζέα που αναφέρεται από αρχαίους συγγραφείς (Γεννάδιος 1914, 402).
Γεννάδιος Π. Γ. (1914), Λεξικόν φυτολογικόν: Περιλαμβάνον τα ονόματα, την ιθαγένειαν και τον βίον υπερδεκασχιλίων φυτών, εν οις και τα λόγω χρησιμότητος ή κόσμου καλλιεργούμενα, των οποίων περιγράφονται και η ιστορία, η καλλιέργεια, τα προϊόντα και αι νόσοι, Εκ του Τυπογραφείου Παρασκευά Λεωνή, Εν Αθήναις.
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός κυπριακής διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος