κόλλυβα,τα

«Κόλλυβα»

«Κόλλυβα»

Πηγή: Στάλω Λαζάρου

«Κόλλυβα»
Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
κόλλυβα ή κόλλυφα
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Τα κόλλυβα είναι σιτάρι βρασμένο με διάφορους ξηρούς καρπούς, που χρησιμοποιείται στα μνημόσυνα (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κόλλυβα, 62).

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. < μτγν. κόλλυβον -α (πληθ.) «γλυκύσματα από βρασμένο σιτάρι» (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα κόλλυβα (τα), 915) < αρχ. κόλλυβος, που ήταν νόμισμα μικρής αξίας, που μερικές φορές τοποθετούσαν στον τάφο (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα κόλλυβα,τα, 915; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κόλλυβα, 62).

Η φράση «Ο ππαράς εν κόλλυφον» λέγεται για κάτι που ξοδεύεται εύκολα (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Κόλλυβα, 62).

Μέθοδος Εξασφάλισης
Συστηματική καλλιέργεια
Μέθοδος Επεξεργασίας

Τα κόλλυβα φτιάχνονται από βρασμένο σιτάρι, το οποίο ανακατεύεται με ρόδι, αμύγδαλα και σταφίδες (Κυπριανού 2003, 68).

Διατροφική Αξία

Τα κόλλυβα διαμοιράζονται στις εκκλησίες μετά τη λειτουργία ή την τέλεση του μνημοσύνου ή της γιορτής. Τα τρώνε οι παρευρισκόμενοι, τιμώντας έτσι τη μνήμη είτε κάποιου νεκρού είτε κάποιου Αγίου (Κυπριανού 2003, 68).

Εορταστικές Περιστάσεις

Ακόμα κόλλυβα παρασκεύαζαν τη παραμονή της Πρωτοχρονιάς και τα ονόμαζαν κόλλυφα του Άη Βασίλη. Τα κόλλυβα του Άη Βασίλη τα άφηναν στο τραπέζι το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς για να τα ευλογήσει ο Άγιος. Με αυτό το έθιμο οι νοικοκυραίοι πίστευαν ότι μνημονεύονται και ευχαριστούν τις ψυχές των νεκρών (Κυπρή - Πρωτοπαπά 2003, 109-110).

Συμβολικές Χρήσεις

Τα αμύγδαλα στα κόλλυβα συμβόλιζαν τη νεκρανάσταση νεκρών, αφού η αμυγδαλιά θεωρούνταν το πρώτο δέντρο που ανθίζει (Ρουσουνίδης 1988, 11). Το ρόδι προστίθονταν στα κόλλυβα λόγω του κόκκινου χρώματος που έχει το εσωτερικό του και συμβόλιζε το αίμα του νεκρού (Ρουσουνίδης 1988, 127).

Χρονολογία
20ός αι.
Συμπληρωματικά Στοιχεία

Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις θανάτου θεωρείται ανεπίτρεπτο να μην γίνουν κόλλυβα στη μνήμη του νεκρού, σ' όλες τις προκαθορισμένες μέρες μετά το θάνατο. Εδώ αναφέρεται και ο ποιητής Δημήτρης Λιπέρτης, στο γνωστό του ποίημα «Βούττημαν Ήλιου»:

«...Αν μεν μου κάμουν κόλλυφα στες τρεις,
με σαραντάριν
μήτε στον χρόνον λουτουρκάν,
πάρου μου για παρηορκάν
κάμε μου τουν την χάριν...»

Βιβλιογραφία

Κυπρή Θ. - Πρωτοπαπά Κ. Α. (2003), Παραδοσιακά ζυμώματα της Κύπρου. Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧVIII, Λευκωσία.

Κυπριανού Θ. Χ. (2003), «Το σιτάρι», Λαογραφική Κύπρος 33,53, 64-69.

Μπαμπινιώτης Γ. (2005), Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Με σχόλια για τη σωστή χρήση των λέξεων. Ερμηνευτικό, Ορθογραφικό, Ετυμολογικό, Συνωνύμων-Αντιθέτων, Κυρίων Ονομάτων, Επιστημονικών Όρων, Ακρωνυμίων, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Ρουσουνίδης Α. Χ. (1988), Δένδρα στην ελληνική λαογραφία με ειδική αναφορά στην Κύπρο, τ. Α΄, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΙΙΙ, Λευκωσία.


Πηγή φωτογραφίας:

«Κόλλυβα» (Στάλω Λαζάρου)

Ερευνητής/Καταχωρητής

Βαρβάρα Γιάγκου, Δημητρίου Δήμητρα, Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος