καττιμέριν,το

Είδος γλυκύσματος με ζύμη από αλεύρι.

Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
καττιμέριν
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Είναι γλύκυσμα, κατασκευασμένο με ζύμι από αλεύρι.

Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Γ. Γιαγκουλλή πρόκειται για τηγανίτα αλειμμένη με μέλι (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα καττιμέριν,το, 196).

Η Ευγενία Πέτρου-Ποιητού σημειώνει πως είναι ζυμαρικό με λάδι ή λίπος, διπλωμένο ή τυλιχτό, αλμυρό ή γλυκό (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττιμέρι, 55).

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. < τουρκ. katmer (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα καττιμέριν,το, 196), katmerci ή katimer [katmerci ή katimer = διπλωμένο, το ένα πάνω στο άλλο] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Καττιμέρι, 55)
< τουρκ. katik [katik = ζυμαρικό με διπλώσεις] (Κυπρή 1989, λήμμα καττιμέριν,το, 466)

πληθ. καττιμέρκα (Κυπρή 1989, λήμμα καττιμέριν,το, 466)

Μέθοδος Εξασφάλισης
Άλλο
Μέθοδος Επεξεργασίας

Σύμφωνα με τον Ιωάννη Ερωτόκριτο, ένα τεμάχιο ζύμης ανοίγεται με τον πλάστη και μεταβάλλεται σε πλατύ φύλλο, το οποίο πρώτα αλείφεται με βούτηρο ή λάδι και, στη συνέχεια, πασπαλίζεται με ζάχαρη. Έπειτα, ψήνεται στη γάστρα ή στο τζάκι, όπως ψήνονται οι πίττες (Κυπρή 1989, λήμμα καττιμέριν,το, 466).


** Για τη συνταγή του καττιμερκού, βλ. λήμμα καττιμέριν,το στην κατηγορία Παραδοσιακές Συνταγές.

Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1989), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Γ΄, Γλωσσάριον Ιωάννου Ερωτοκρίτου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XIV, Λευκωσία.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Τόνια Ιωακείμ, Αργυρώ Ξενοφώντος