Παραδοσιακό επτανησιακό γλυκό από αμύγδαλα, που ενσωματώθηκε στην κυπριακή κουζίνα κατά τα νεότερα χρόνια.
Ονομασία - Προέλευση
Πρόκειται για παραδοσιακό επτανησιακό γλύκυσμα με τη μορφή συμπαγούς πλάκας, που παρασκευάζεται από ασπράδι αβγού, μέλι ή ζάχαρη και καβουρδισμένα αμύγδαλα (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα μαντολάτο,το, 1046-1047).
ΕΤΥΜ. αντιδάν. < βεν. mandolato [αμυγδαλωτό] (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα μαντολάτο,το, 1046-1047; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Μαντολάτο, 82) < mandola [αμύγδαλο] < δημώδ. λατ. amandula (> γαλλ. amande) < λατ. amiddula < αρχ. ἀμυγδαλή (Μπαμπινιώτης 2005, λήμμα μαντολάτο,το, 1046-1047)
ιταλ. mandorlato (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Μαντολάτο, 82)
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Μπαμπινιώτης Γ. (2005), Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Με σχόλια για τη σωστή χρήση των λέξεων. Ερμηνευτικό, Ορθογραφικό, Ετυμολογικό, Συνωνύμων-Αντιθέτων, Κυρίων Ονομάτων, Επιστημονικών Όρων, Ακρωνυμίων, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα.
Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ