Ονομασία - Προέλευση
Πρόκειται για το άγριο γλυκάνισο.
Ο Κωνσταντίνος Γ. Γιαγκουλλής το ερμηνεύει ως ζιζάνιο (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα μελισ̆σ̆ιάτος - μερισ̆σ̆ιάτος - μερισ̆ιάγκος - μελισ̆(σ̆)ιάντρος,ο, 280).
Η Παναγιώτα Ψιλλίτα-Ιωάννου, στο βιβλίο της «Παλαιχώρι: Ιστορία και Πολιτισμός», αναφέρει πως μελίσαντρος ή μηλιάρισσος ή γουλιά είναι το φυτό Tordylium aegyptiacum, εδώδιμο άγριο χόρτο (Ψιλλίτα Ιωάννου 2010, 92).
Ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης στο Γλωσσάριό του σημειώνει πως μηλλιάρισσος είναι είδος άγριου χόρτου, του οποίου τα σπέρματα είναι γλυκά και περιζήτητα από τα χωρικόπαιδα. Είναι αυτοφυές και φυτρώνει στα σπαρμένα χωράφια (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα μηλλιάρισσος,ο, 80).
Επιστημονική ονομασία: Γορδύλιο το συριακό (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα μελισ̆σ̆ιάτος - μερισ̆σ̆ιάτος - μερισ̆ιάγκος - μελισ̆(σ̆)ιάντρος,ο, 280) / tordylium aegyptiacum
Ο Φαρμακίδης αναφέρει πως, ενώ σε όλη την Κύπρο χρησιμοποιείται η λέξη μήλλιαρος, στην Καρπασία, και συγκεκριμένα στην Κώμα του Γιαλού, το συγκεκριμένο φυτό το ονομάζουν μελισσιάτο (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα μελισ̆σ̆ιάτοι,οι, 480).
μηλλιάρισσος - πληθ. μηλιάρισσοι (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα μηλλιάρισσος,ο, 80)
Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του σημειώνει πως το εν λόγω φυτό οι Παφίτες και οι Μορφίτες το ονομάζουν μηλιάρισσο, ενώ οι Κοιλανιώτες αρκογλυκάνισο, αγριογλυκάνισο δηλαδή (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα μηλιάρισσος,ο, 309).
Στο Παλαιχώρι έβραζαν τον μελίσαντρο και πρόσθεταν λίγο λάδι και αλεύρι. Τον έβαζαν επίσης στα όσπρια (Ψιλλίτα Ιωάννου 2010, 59). Οι βλαστοί του τρώγονται και φρέσκοι (Ψιλλίτα Ιωάννου 2010, 92).
Λειτουργικός Συμβολικός Ρόλος
Όλο το φυτό χρησιμοποιείται για φαρμακευτικούς σκοπούς. Περιέχει αιθέριο λάδι, φλαβονοειδή γλυκόσιδα, φουρανοκουμαρίνες και άλλα συστατικά. Ο καρπός του είναι διουρητικός και βοηθά στη θεραπεία του ίκτερου, του βήχα και της δυσπεψίας. Είναι από τα λίγα φυτά που οι σπόροι του σε μεγάλη ποσότητα προκαλούν αποβολή στις έγκυες γυναίκες (Καντζηλάρης 2007, 264).
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Μαζεύεται από τον Μάρτιο ως τον Μάιο.
Οι καρποί του φυτού τρώγονται και από τα αιγοπρόβατα (Ψιλλίτα Ιωάννου 2010, 92).
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
Καντζηλάρης Γ. (2007), Το Καϊμακλί μέσα από το πέρασμα του χρόνου, Έκδοση Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Καϊμακλίου, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Ψιλλίτα-Ιωάννου Π. (2010), Παλαιχώρι: Ιστορία και Πολιτισμός, Πλατύπους Εκδοτική, Αθήνα.
Πηγή φωτογραφίας:
«Μηλιάρισσος» (Καντζηλάρης 2007, 274)
Ελένη Χρίστου, Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος