σ̆σ̆επαστές (σσεπαστές),οι

Πίτες με κολοκύθι ή άλλα χόρτα.

Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
σ̆σ̆επαστές
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Πρόκειται για πίτες με γέμιση που για την παρασκευής τους απαιτείτο να τη σκεπάσουν με δεύτερο φύλλο ζύμης ή να διπλώσουν το φύλλο (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 275).

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. < σ̆σ̆επάζω = καλύπτω (Γιαγκουλλής 2014, λήμμα σ̆σ̆επαστή,η, 506)

Στην κυπριακή διάλεκτο η λέξη σ̆σ̆επαστές σημαίνει σκεπαστές (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Σιεπαστές, 134).

Σύμφωνα με τον Ξενοφών Π. Φαρμακίδη σ̆σ̆επαστές ονομάζονται οι κολοκωτές και κολοκόπιττες στην Κερύνεια (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα σ̆σ̆επαστή,η, 495).

Μέθοδος Εξασφάλισης
Άλλο
Μέθοδος Επεξεργασίας

Για τη παρασκευή των σ̆σ̆επαστών (σκεπαστών) οι νοικοκυρές άνοιγαν φύλλο από ζυμάρι, έβαζαν μέσα γέμιση από κόκκινη κολοκύθα ή από άγρια χόρτα και το σκέπαζαν πάλι με δεύτερο φύλλο ζύμης (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 275).

** Για συνταγή σχετικά με τις σ̆σ̆επαστές, βλ. λήμμα σ̆σ̆επαστές με αρκοσπάναχα και άλλα χόρτα,οι στην κατηγορία Παραδοσιακές Συνταγές.

Διατροφική Αξία

Οι σ̆σ̆επαστές πίτες ήταν πολύ μεγάλες, περίπου μισή οκά (περίπου μισό κιλό) και ψήνονταν στο φούρνο. Συνήθως, οι Κύπριοι τις έτρωγαν ως κύριο γεύμα τις ημέρες της σαρακοστής, όπου νήστευαν (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 275). Οι σ̆σ̆επαστές που είχαν κόκκινη κολοκύθα ονομάζονταν κολοκωτές ή κολοκόπιττες (Κυπριανού 1970). Στη γέμιση της κολοκωτής οι γυναίκες αναμίγνυαν κομμένο κόκκινο κολοκύθι, πλιγούρι, σταφίδες, λάδι, κρεμμύδι και μπαχαρικά. Σε μερικά χωριά πρόσθετα φιδέ, δυόσμο και μάραθο (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 275-276). Οι σ̆σ̆επαστές που γεμίζονταν με χόρτα ονομάζονταν χορτόπιττες ή χορτερές. Περιείχαν χόρτα όπως άγρια σπανάκια, άγρια λάχανα (σέσκουλα), λαψάνες, ξινιατούς και άλλα χόρτα που έβρισκαν στους αγρούς. Αντίστοιχα οι σ̆σ̆επαστές που είχαν άγριο σπανάκι ονομάζονταν σπαναχόπιττες, άγριο λάχανο ονομάζονταν λαχανωτές (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 276). Όπως στις κολοκωτές, στις χορτόπιττες πρόσθεταν πλιγούρι, σταφίδες, κρεμμύδι. Στο χωριό Τερσεφάνου οι γυναίκες παρασκεύαζαν απλές σ̆σ̆επαστές πίττες που έβαζαν στη ζύμη ζάχαρη και κανέλα, τις σκέπαζαν και τις έψηναν για λίγο στον φούρνο (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 277).

Εορταστικές Περιστάσεις

Συνήθως οι σ̆σ̆επαστές καταναλώνονταν τις ημέρες της Σαρακοστής, όταν νήστευαν (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 275).

Χρήση από Ηλικιακές Ομάδες
Παιδιά
Χειρωνάκτες
Χρονολογία
19ος - 21oς αι.
Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2014), Θησαυρός της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικός, Ετυμολογικός, Φρασεολογικός και Ονοματολογικός, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,74, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. - Πρωτοπαπά Κ. Α. (2003), Παραδοσιακά ζυμώματα της Κύπρου. Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧVIII, Λευκωσία.

Κυπριανού Χ. Στ. (1970), Μερικές κυπριακές τροφές του χωριού Τσακκίστρα, Εκδόσεις Γυμνασίου Λαπήθου, Λάπηθος.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Δήμητρα Δημητρίου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ