Σήκωσες (Μιτσερό)

Ονομασία - Προέλευση
Μέθοδος Επεξεργασίας

«σάτζιη» είναι ένα μεταλλικό σκεύος που μοιάζει με γουοκ.
Έχει χοντρά τοιχώματα και μέγεθος περίπου 60 εκ διάμετρο και μεγαλύτερο. Έμπαινε με την κοίλη του να αγκαλιάζει τη φωτιά και έτσι μετέφερε την ίδια θερμοκρασία σε μεγάλη επιφάνεια. Με αυτό τον τρόπο, μπορούσε κανείς να ψήσει ομοιόμορφα αρκετή ποσότητα ή και μεγάλο μέγεθος ψωμιού- πίτας

Ελένη Χρίστου

Εορταστικές Περιστάσεις

Τις σήκωσες (ονομάζονται οι 2 τελευταίες Κυριακές πριν τη νηστεία του σαρανταήμερου) μαζευόταν όλο το σόι (μέλη οικογένειας) σε ένα μεγάλο δίχωρο. Εκεί έπαιρνε ο καθένας τα φαγητά του. Μέχρι το 1940 περίπου τηρούντο οι σήκωσες της κρεοφάγου και της τυρινής. Δηλαδή κατά την πρώτη Κυριακή της κρεοφάγου έτρωγαν κρέατα, συνήθως πουλερικά και κατά την τυρινή έτρωγαν μόνο ζυμαρικά, μακαρόνια τρυπητά με το τρίμμα, ραβιόλες, τουμάτσια (λαζάνια) πουρέκκια με την αναρή και το χαλούμι τηγανιτά ή της σάτζιης («σάτζιη» είναι ένα μεταλλικό σκεύος που μοιάζει με γουοκ.
Έχει χοντρά τοιχώματα και μέγεθος περίπου 60 εκ διάμετρο και μεγαλύτερο. Έμπαινε με την κοίλη του να αγκαλιάζει τη φωτιά και έτσι μετέφερε την ίδια θερμοκρασία σε μεγάλη επιφάνεια. Με αυτό τον τρόπο, μπορούσε κανείς να ψήσει ομοιόμορφα αρκετή ποσότητα ή και μεγάλο μέγεθος ψωμιού- πίτας.). Επίσης έφτιαχναν γαλότριν που το γλύκαιναν με το μέλιν του σταφυλιού (το έψιμον) γιατί η ζάχαρη ήταν δυσεύρετη
Μούδουρου (200?) 14.

Χρονολογία
19ος-21ος αιώνας
Συμπληρωματικά Στοιχεία

Σήκωσες στη Λύση:
Τις Σήκωσες της Απόκριας και της Τυρινής υπήρχε το έθιμο να μαζεύονται όλοι οι συγγενείς σ’ ένα σπίτι, κυρίως στο σπίτι της νύφης όταν μια οικογένεια είχε χαρτωμένο, και να παίρνει ο καθένας τα δικά του φαγητά και τα ποτά. Την μέρα της Απόκρεω τρώγανε κρέας, γάλαν όξινο (γιαούρτι) και πιλάφι που έβαζαν μέσα σε αρνιά, τα λεγόμενα παραγεμιστά αρνιά. Σύμφωνα με το έθιμο έσφαζαν το αρνί το Σάββατο και την Κυριακή αφού το γέμιζαν με πουρκούρι, το έβαζαν στο φούρνο που άναβε μια γυναίκα σε κάθε γειτονιά. Την βδομάδα της Τυροφάγου που ακολουθούσε δεν έτρωγαν κρέας αλλά μόνο τυροκομικά προϊόντα και αλμυρικά μέχρι την Κυριακή. Την Κυριακή την νύχτα μαζεύονταν πάλι όλα τα μέλη της οικογένειας σ’ ένα σπίτι με τα φαγητά τους που ήταν όλα γαλακτερά και αλμυρικά όπως ραβιόλες, τομάτσια (λαζάνια), πιττούδες, γάλαν όξινον και μπακαλιάος. Σταδιακά καταργήθηκε η σήκωση του κρέατος και παρέμεινε μόνο η σήκωση της τυροφάγου όπου έτρωγαν κρέας και τυροκομικά προϊόντα. Έπιναν κρασί το οποίο έβαζαν μέσα σε κολότσια άφου δεν είχαν πότσες (μπουκάλια). Υπήρχε επίσης το έθιμο να κρεμάνε ένα ψημένο αυγό πάνω στον τέρτζιελον (μεγάλο κρικέλι, λεξ. Γιαγκουλλή) του διχώρου (μεγάλο δωμάτιο, λεξ.Γιαγκουλλή) το οποίο προσπαθούσαν να πιάσουν με το στόμα τους χωρίς να το αγγίξουν. Αυτές οι Σήκωσες συνεχίστηκαν μέχρι το 1950. Σ., Κ.,Ξυστούρης, σελ.136-137.

Βιβλιογραφία

Αθηνούλα Παρπέρη Μούδουρου (200?), Μιτσερό.

Σ., Κ. Ξυστούρης,(1980) ,Η Κωμόπολη της Λύσης, Ιστορική, Κοινωνική, Γεωργική και Λαογραφική Επισκόπηση, Λευκωσία-Κύπρος.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Ελένη Χρίστου, Τόνια Ιωακείμ