απόσ̆η (απόση),η

Αλιευτικό όργανο.

 

 

Ονομασία - Χρήσεις
Περιγραφή Σκεύους / Εργαλείου

Αλιευτικό εργαλείο, το οποίο αποτελείται από ξύλινο κύκλο, όμοιο με το κόσκινο, και φέρει δίκτυο καθ’ όλον τον γύρο. Στο άκρο φέρει ενός περίπου μέτρου ουρά, όπως το πτύον [φτυάρι] (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα απόσ̆η,η, 369).

Κυπριακή Ονομασία
απόση
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

απόχη

Ετυμολογία - Γλωσσικές Παρατηρήσεις

Ο Κωνσταντίνος Γ. Γιαγκουλλής ερμηνεύει τη λέξη ως δίκτυο με το οποίο μάζευαν ακρίδες (μεσν. απόχιον) (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα απόσ̆η,η, 70).

Τρόπος Χρήσης
Χρονολογία
19ος - 20ός αι.
Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Ερευνητής/Καταχωρητής

Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος