Ψάρια ή οψάρια
Ονομασία - Προέλευση
Στις βυζαντινές πηγές αναφέρονται ως "οψάρια" και "ψάρια".
Σύμφωνα με τον έλληνα βυζαντινολόγο Φ. Κουκουλέ (1952, σελ. 79-80), τα ψάρια αποτελούσαν συνηθισμένο φαγητό των μοναχών και των επισκόπων. Η αγάπη των Βυζαντινών για τα ψάρια ήταν τόσο μεγάλη που τα μαγείρευαν ακόμη και σε περιόδους νηστείας, παρά τις εκκλησιαστικές απαγορεύσεις. Τα ψάρια τρώγονταν είτε φρέσκα είτε παστά. Τα φρέσκα ψάρια (ιχθείς χλωροί) γίνονταν "εκζεστοί" (βραστά δηλαδή), "οφτοί" (ψητά) ή "τηγάνου" (τηγανιτά).
Λειτουργικός Συμβολικός Ρόλος
Το ψάρι κατά πάσα πιθανότητα αποτελούσε τροφή την οποία δεν μπορούσαν να απολαμβάνουν πολύ συχνά οι λιγότερο εύπορες τάξεις στο Βυζάντιο. Όπως μας ενημερώνει στο ποίημά του ο Πτωχοπρόδρομος, δεν είχε χρήματα να αγοράσει ούτε τα πιο φθηνά θαλασσινά, όπως τσίρους και σκουμπρία (Koder 2005, σελ. 22-23).
Πολύ συχνά βραστό ψάρι (ψαρόσουπα) προσφερόταν κατά τη Βυζαντινή περίοδο από τους συγγενείς του εκλιπόντος μετά την επιστροφή από την κηδεία. Στο συμπόσιο αυτό (το "περίδειπνον"), οι παρευρισκόμενοι συμπαρίσταντο στους πενθούντες συγγενείς, λέγοντάς τους ότι ο νεκρός δε χάθηκε αλλά μετέστη σε άλλη ζωή.
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Στα βυζαντινά κείμενα αναφέρονται πάνω από 50 είδη ψαριών που σχετίζονται με την κουζίνα. Τα ψάρια εξακολούθησαν να αποτελούν ένα από τα πιο δημιφιλή είδη διατροφής, ώστε το 13ο (ή το 14ο αι.) γράφτηκε ο "Ψαρολόγος"¨, μια σάτιρα στην οποία πρωταγωνιστούσαν μόνο ψάρια (Kislinger 2005, σελ. 52).
Φ. Κουκουλές, 1952. Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, σελ. 79-86. Αθήνα.
E. Kislinger, 2005. "Τρώγοντας και πίνοντας εκτός σπιτιού", σελ. 47-60. Στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ. έκδ.), Βυζαντινών Διατροφή και Μαγειρείαι. Αθήνα: Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων.
J. Koder, 2005. "Η καθημερινή διατροφή στο Βυζάντιο με βάση τις πηγές", σελ. 17-30. Στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ. έκδ.), Βυζαντινών Διατροφή και Μαγειρείαι. Αθήνα: Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων.
Αθανάσιος Βιώνης