αγρινόν,το

«Αγρινό»

«Αγρινό»

Πηγή: http://www.moa.gov.cy/moa/fd/fd.nsf/0/2C310A6D7BAAEE97C225703E0019D3A0?OpenDocument

«Αγρινό»

Άγριο πρόβατο της Κύπρου.



Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
αγρινόν
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

Είδος αγριοπροβάτου (πρόβατον ο ανατολικός ο οφίων - Ovis orientalis ophion) που απαντάται μόνο στην Κύπρο (ενδημικό είδος).

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

αγρινό < αγριηνός [αγριηνός,ο = άγριος] (το αγριηνόν)

Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Γ. Γιαγκουλλή: άγριος ή αγρός + κατάλ. -ινός. Ερμηνεύει τη λέξη ως είδος κατσίκας της Κύπρου που ζει ελεύθερη στα δάση του Τροόδους (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα αγρινόν,το, 37).

Σύμφωνα με τον Ξενοφών Π. Φαρμακίδη πρόκειται για είδος αιγάγρου που ζει στα βουνά του Κύκκου (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα αγρινόν,το, 50).

Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του αναφέρει σχετικά με το αγρινό ότι πρόκειται για άγριο ζώο, όμοιο με το ελάφι, ως προς την ταχύτητα και τη μορφή, και με το πρόβατο, ως προς τα υπόλοιπά του χαρακτηριστικά, και ονομάζεται πρόβατο του Αγίου Μάμαντος από τον λαό. Ίσως είναι το ζώο, το οποίο άλλοι αποκαλούν αγρίμι. Ο αίγαγρος των αρχαίων φαίνεται ότι διαφέρει από το αγρινό, καθώς πολλά τέτοια είδη ζώων διαμένουν στα βουνά. Η λέξη χρησιμοποιείται και μεταφορικά για ανθρώπους ακοινώνητους, απρόσιτους (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα αγρινόν,το, 12).

Μέθοδος Εξασφάλισης
Κυνήγι
Μέθοδος Επεξεργασίας

Το κρέας του αγρινού συνηθιζόταν ψητό, στην κατσαρόλα ή και παστό (απόχτιν). Δεν είχε λίπος και ήταν γλυκό σαν ζάχαρη με όποιο τρόπο και αν μαγειρευόταν, είτε οφτό είτε στην κατσαρόλα. Μετά το τέταρτο έτος του ζώου το κρέας δεν καταναλωνόταν, αφού ήταν σκληρό (Ξιούτας 1978, 163-168).

Χρονολογία
Ρωμαϊκή Εποχή - 20ός αι.
Συμπληρωματικά Στοιχεία

Ο W. Von Boldensele (1333) αναφέρει για το αγρινό: «Στα βουνά της Κύπρου υπάρχει ένα άγριο κατσίκι με μαλλί σαν πρόβατο και σκύλο για το οποίο λέγεται ότι δεν υπάρχει πουθενά αλλού και το κρέας του είναι γλυκό» (Ξιούτας 1978, 163-168).

Ο Γεώργιος Λουκάς αναφέρει πως το αγρινό ζει απομακρυσμένο στα βουνά και αισθάνεται την εχθρική παρουσία από μακριά, γι' αυτό και δεν αιχμαλωτίζεται ποτέ με τα χέρια. Συχνά όμως οι Κύπριοι το κυνηγούν, καθώς κρύβονται στον εναέριο χώρο πάνω από αυτό (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα αγρινόν,το, 12).

Στο Γλωσσάριό του ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης σημειώνει ότι τα αγρινά είναι ζώα παρεμφερή με το ελάφι. Κατά το παρελθόν, το κρέας τους θεωρούνταν «ευγευστότατον και γλυκύτατον». Απαντιούνταν συνήθως στα βουνά του Κύκκου.Το κυνήγι τους απαγορεύτηκε από την Αγγλική Κυβέρνηση, διότι ο αριθμός των ζώων ελαττώθηκε κατά πολύ. Δινόταν μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις τριήμερη άδεια, με αντικαταβολή κάποιου ποσού. Κατά την περίοδο 1912-1925 που συγγράφει και το Γλωσσάριο, ο Φαρμακίδης αναφέρει πως τα αγρινά άρχισαν να εκλείπουν, πως μόνο πού και πού απαντώνται δυο-τρία και ότι το κυνήγι τους είναι πολύ δύσκολο (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα αγρινόν,το, 50).

Το αγρινό έχει κινδυνεύσει πολλές φορές με εξαφάνιση. Σήμερα προστατεύεται από τη Διεθνή Ένωση για τη διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών Πόρων (σημ. Κυριακή Παντελή).

Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός κυπριακής διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.

Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.

Ξιούτας Π. (1978), Κυπριακή λαογραφία των ζώων, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XXXVIII, Λευκωσία.


Πηγή φωτογραφίας:

«Αγρινό» (http://www.moa.gov.cy/moa/fd/fd.nsf/0/2C310A6D7BAAEE97C225703E0019D3A0?OpenDocument)

Ερευνητής/Καταχωρητής

Δήμητρα Δημητρίου, Κυριακή Παντελή, Στάλω Λαζάρου, Αργυρώ Ξενοφώντος