Περιγραφή Σιτηρεσίου - Γευμάτων
Η καλλιέργεια σιταριού και άλλων δημητριακών στο νησί ξεκινά τα προϊστορικά χρόνια (Michaelides 1998). Έκτοτε, η Κύπρος ήταν πάντα αυτάρκης σε δημητριακά. Πληροφορίες για την παρασκευή ψωμιού από ορισμένα είδη δημητριακών έχουμε από την αρχαϊκή περίοδο (Michaelides 1998). Το ψωμί ήταν αναντικατάστατο διατροφικό αγαθό και αποτελούσε τη βάση της δίαιτας των Κυπρίων όχι μόνο στην αρχαιότητα αλλά και κατά τα Βυζαντινά και μεσαιωνικά χρόνια (Δημοσθένους 2002). Στη βιβλιογραφία καταγράφονται τέσσερα είδη ψωμιών, ανάλογα με το αλεύρι από το οποίο ήταν ζυμωμένα: τα σιταρένια, τα σιμιγδαλένια, τα φουσκαρένα (από λεπτό πίτερο) και τα κριθαρένια (Κυπρή & Πρωτοπαπά 2003, σ.36-39). Τα σιταρένια θεωρούνταν και καλύτερης ποιότητας και είναι γνωστοί από την αρχαιότητα οι καθαροί και οι καθαρότατοι άρτοι. Ο χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς, χρησιμοποιεί για το άσπρο ψωμί την ονομασία μουφλέτια. Τα μουφλέτια της μεσαιωνικής Κύπρου ήταν τα ψωμιά άριστης ποιότητας. Επίσης, καλής ποιότητας ψωμί ζύμωναν και από το σιμιγδάλι. Ο σεμιδαλίτης άρτος ζυμωνόταν και στην αρχαία Ελλάδα (Δειπνοσοφισταί στο Κυπρή-Πρωτοπαπά 2003). Τα φουσκαρένα ήταν τα πιο φτωχικά ψωμιά. Κάτι αντίστοιχο ήταν και οι «ρύπαροι άρτοι» στην αρχαία εποχή. Τέτοια ψωμιά προορίζονταν για τους φτωχούς, ενώ οι πλούσιοι κατανάλωναν καθαρό ψωμί. Τέλος, το κριθαρένιο ψωμί θεωρείτο πάντα υποδεέστερο και το κατανάλωναν επίσης οι φτωχοί.
Σταρένια ψωμιά (αρίστης ποιότητας) & Ψωμιά από σιμιγδάλι: Ανώτερα στρώματα (πλούσιοι)
Φουσκαρένα και κριθαρένια ψωμιά: Κατώτερα στρώματα (φτωχοί)
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Ακόμη και μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, οι πολύ φτωχές οικογένειες έφτιαχναν τα ψωμιά τους με κριθαρένιο αλεύρι, το οποίο έδινε ψωμί κατώτερης ποιότητας (Λεοντίου 1983, σ.147).
Εκτός από κριθάρι, σε δύσκολες χρονιές για τη γεωργία χρησιμοποιούσαν ρίζες και κόνδυλους από άγρια χόρτα, για να φτιάχνουν αλεύρι (Κυπρή & Πρωτοπαπά 2003, σ.39).
Κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου (1939-1945) για την παρασκευή ψωμιού οι αρτοποιοί ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν αλεύρι ανάμεικτο με σταφίδες ή με πολτό από βρασμένες πατάτες, για να εξοικονομούν το αλεύρι (Λεοντίου 1983, σ.147;Κυπρή & Πρωτοπαπά 2003, σ.40).
1) Δημοσθένους Α. Α. Η Βυζαντινή Κύπρος (965-1191), Βυζάντιο/ Ιστορία, Εκδόσεις Ηρόδοτος 2002, σ.74-76.
2) Κυπρή Θ.Δ. και Πρωτοπαπά Κ.Α. Παραδοσιακά Ζυμώματα της Κύπρου: Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών XVIII, Λευκωσία 2003, σ. 36-39, 259-267.
3) Λεοντίου Ν. (επιμ.). Άσσια, Ζωντανές μνήμες βαθιές ρίζες μηνύματα επιστροφής, Πολιτιστικός Σύνδεσμος «Η Άσσια», Λευκωσία 1983, σ.115, 134-135, 147-152.
4) Michaelides D. “Food in Ancient Cyprus” στο: Lysaght, P. (ed.) Food and the Traveller. Migration, Immigration, Tourism and Ethnic Food, Proceedings of the 11th Conference of the International Commission For Ethnological Food Research, Cyprus, June 8-14, 1996, Nicosia 1998, 22-43.
Βαρβάρα Γιάγκου