Οι βοσκοί συνήθιζαν να τοποθετούν στην κουλιάστρα του γάλακτος κλαδιά λουβιδκιάς (ξισταρκάς), τα φύλλα της οποίας είχαν ένα κολλώδη χυμό με πολύ λεπτή μυρωδιά.
Ονομασία - Προέλευση
Ακαθιώτικο τυρί. Παρασκευαζόταν στην κοινότητα Ακανθούς από νωπό αιγινό γάλα από ζώα που έβοσκαν ελεύθερα σε ανοικτούς χώρους και με ποικιλία αρωματικών φυτών της περιοχής.
Πήρε το όνομά του από το χωριό προέλευσής του: το χωριό της Ακανθούς (σημ. Στάλω Λαζάρου).
Το αιγινό γάλα τοποθετείτο σε καζάνι (“χαρτζίν”) που έβραζε στη “νισκιά”. Προστίθετο πυτιά και το πήξιμο του γάλακτος ακολουθούσε το κόψιμο και ανακάτωμα του τυροπήγματος (“βλούγκου”). Ο “βλούγκος” τοποθετείτο σε ταλάρια και πιεζόταν έντονα με το χέρι. Τα ταλάρια τοποθετούνταν στο βραστό νορό (πρώτο βράσιμο). Το τυρί αφαιρείτο από τα ταλάρια και αφού τριβόταν για να γυαλίσει, αναποδογυριζόταν στα ταλάρια και πιεζόταν ξανά. Τα ταλάρια τοποθετούνταν ξανά στο ζεστό νορό (δεύτερο βράσιμο). Το τυρί αφαιρείτο από τα ταλάρια, αλατιζόταν και επανατοποθετείτο στα ταλάρια, διαδικασία που επαναλαμβανόταν για τις επόμενες 2-3 μέρες. Τέλος, το τυρί αφαιρείτο από τα ταλάρια και αφηνόταν έξω για 3-4 νύκτες για να υγρανθεί (“νοθκιαστεί”) από την υγρασία της νύκτας. Στη συνέχεια, είτε τοποθετείτο σε “ψαθαρκά” (πλεγμένο καλάμι) πάνω από “καπνιά” θάμνου σχινιάς για να καπνιστεί, είτε εμβαπτιζόταν σε λιωμένο κερί (Οικονομίδης 2004).
Οι βοσκοί συνήθιζαν να τοποθετούν στην κουλιάστρα του γάλακτος κλαδιά λουβιδκιάς (ξισταρκάς), τα φύλλα της οποίας είχαν ένα κολλώδη χυμό με πολύ λεπτή μυρωδιά. Ως αποτέλεσμα, τα ξένα σώματα στο γάλα κολλούσαν στα φύλλα του φυτού, ενώ παράλληλα το γάλα, παρασύροντας μαζί του το άρωμα της λουβιδκιάς, αποκτούσε το ιδιαίτερο άρωμα του φυτού (Ιωαννίδου 2009).
Λειτουργικός Συμβολικός Ρόλος
Το ακαθιώτικο τυρί χρησιμοποιείτο για την παρασκευή των φλαούνων, ως μεζές ή για τρίμμα στα ζυμαρικά.
Το ακαθιώτικο τυρί παρασκευαζόταν κατά την περίοδο του “Πενηνταημέρου” πριν το Πάσχα και εξαγόταν στις γειτονικές χώρες της Κύπρου. Χρησιμοποιείτο για την παρασκευή των φλαούνων.
Δεν είναι γνωστές οποιεσδήποτε συμβολικές χρήσεις.
Συμπληρωματικές Πληροφορίες - Βιβλιογραφία
Η παρασκευή του ακαθκιώτικου τυριού μνημονεύεται σε γραπτές πηγές του 18ου και 19ου αιώνα : “Τυριά πολλά εξαίρετα των χωρίων Ακανθούς, και Κεφαλών, και τινών χωρίων της Πάφου” (Αρχιμανδρίτης Κυπριανός 1788). Το 1890, ο Σακελλάριος αναφέρει: “Τα δε τυριά της Ακανθούς είναι τα καλλίτερα της νήσου”.
Το ακαθιώτικο τυρί ήταν γνωστό για την καλή του ποιότητα. Ή καλή ποιότητα του ακαθιώτικου τυριού οφείλεται, σύμφωνα με τον Π. Παντελίδη (1984, 191), στα ποικίλα αρωματώδη φυτά πού αφθονούσαν στους ορεινούς μας χώρους και ήταν η τροφή αυτών τών ζώων. Οι βοσκοί - γαλακτοκόμοι της Ακάνθους, συνήθιζαν, στην κουλιάστρα του γάλακτος πού θα χρησιμοποιούσαν για κατασκευή τυριού, νά βάζουν κλαδιά «μαύρης λεουθκιάς».
Το είδος αυτό της λεουθκιάς πάνω στά φύλλα χύνει κολλώδη χυμό, «πίσσα», με πολύ λεπτή μυρωδιά.
Έκαναν λοιπόν χρήση κλαδιών της λεουθκιας για δύο λόγους: πρώτο, οι ακαθαρσίες που βρίσκονταν στό γάλα θα κολλούσαν στά φύλλα της λεουθκιας καί δεύτερο, τό γάλα παρασύροντας τό άρωμα της λεουθκιας αποκτούσε και τό λεπτό άρωμα του φυτού. Αυτή ή «πίσσα» της λεουθκιάς λεγόταν «ληόνι».
Οικονομίδης, Σ. (2004). Το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα της Κύπρου με ιδιαίτερη αναφορά στο τυρί χαλλούμι, Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας, Λευκωσία.
Παντελίδης, Π. (1984). Ακανθού. Εκεί που σμίγουν θρύλοι και ιστορία, [χ.ό.], Λευκωσία.
Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τμήμα Γεωργίας (2010). Γαστρονομικός χάρτης της Κύπρου, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών ( Γ.Τ.Π. 379/2010–2.000), Λευκωσία.
Άλλες πηγές:
Ιωαννίδου, Μ. (2009). Με γέφυρα τη γευστική μας παράδοση: Τα τυριά της Κύπρου (ντοκιμαντέρ).
Στάλω Λαζάρου