έψημαν,το

«Έψημαν»

«Έψημαν»

Πηγή: Στάλω Λαζάρου

«Έψημαν»

Το έψημαν είναι φυσικό σιρόπι που φτιάχνεται με το βράσιμο και τη συμπύκνωση του μούστου. "Δένει" όταν στο καζάνι του βρασμού μείνει το 1/3 (ακόμα και το 1/4) της αρχικής ποσότητας.

Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία
έψημαν, έψημον, όψγμαν, πετμέζι, σίραιον
Ελληνική Ονομασία - Περιγραφή

πετιμέζι / φυσικό σιρόπι από τον μούστο του σταφυλιού (Κυθραιώτου 2007, 159) / γλυκαντικό από μούστο (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Έψημα, 42)

Γλωσσικές Παρατηρήσεις

ΕΤΥΜ. έψημαν < από το αρχαίο έψημα, που σημαίνει ψημένο (Πέτρου-Ποιητού 2013, 42)
πετιμέζι < τουρκ. pekmez [pekmez = βρασμένος χυμός σταφυλιού] (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Έψημα, 114)

Το πετμέζιν είναι περσοτουρκική λέξη εύχρηστη στην Κύπρο, από το πέκ [πεκ = λίαν] και το μεζάμ [μεζάμ = γεύση], δηλαδή λίαν εύγεστον. Το πετμέζιν είναι το έψημαν, ο βρασμένος δηλαδή και διυλισμένος γλεύκος (Μυριανθόπουλος 1949, 113).

Ο Κωνσταντίνος Γ. Γιαγκουλλής σημειώνει στο εν λόγω λήμμα και τις παραλλαγές ονομασίας του: έψημον και όψημαν (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα έψημαν - έψημον - όψημαν,το, 151).

Μέθοδος Επεξεργασίας

Το έψημαν είναι φυσικό σιρόπι που φτιάχνεται με το βράσιμο και τη συμπύκνωση του μούστου. «Δένει» όταν στο καζάνι του βρασμού μείνει το 1/3 (ακόμα και το 1/4) της αρχικής ποσότητας. Στην περιοχή Μαραθάσας αρωματίζουν το έψημαν με κιούλιν ή και φύλλα βασιλικού (Κυθραιώτου 2013, 47).

Διατροφική Αξία

Το σίραιον ή έψημαν είναι ένα νοστιμότατο φυσικό σιρόπι από τον μούστο του σταφυλιού. Μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα, αποτελούσε μια από τις κύριες γλυκαντικές ουσίες.

Το έψημαν αποθηκευόταν σε πήλινα (και σε γυάλινα σε μεταγενέστερες εποχές) δοχεία και διατηρούνταν όλο τον χρόνο. Ήταν απαραίτητο για τους χειμερινούς μήνες και αποτελούσε βασικό συστατικό για την παρασκευή πολλών γλυκών, ιδιαίτερα στα αμπελοχώρια, όπως:
- η γρούτα
- ο χαλβάς ο κουβαρκαστός, ο οποίος παρασκευάζεται με έψημαν και σιμιγδάλι ή αλεύρι
- τα κουλλουρούθκια ή τερτζ̆ελλούδκια
- ο καϊκανάς, ο οποίος συνηθιζόταν στην Πιτσιλιά και ήταν χυλός από αλεύρι, νερό και αβγά, τον οποίο τηγάνιζαν μαζί με αραιωμένο έψημαν
- τα σουππούθκια, τα οποία είναι μικρά κομμάτια ψωμιού αναμεμειγμένα με έψημαν διαλυμένο σε νερό
- ο παππούς, έδεσμα από αλεσμένο πουρκούριν, νερό και έψημαν (σαν σβώλοι).
Σχετικά με το έψημαν είναι επίσης τα ρετσ̆έλλια, που κάποιοι τα χαρακτηρίζουν ως πρόδρομο των γλυκών του κουταλιού (Κυθραιώτου 2007, 159).

Στην περιοχή της Μαραθάσας το έψημαν αποτελούσε την κύρια γλυκαντική ουσία για αιώνες. Με αυτήν περιέχυναν γλυκά, όπως τον καϊκανάν,τα τερτζ̆ελλούδκια ή τις πίτες (Κυθραιώτου 2013, 47).

Ένα από τα κύρια προϊόντα που συναντούμε στις μαρτυρίες των γερόντων, σε ό,τι αφορά την παρασκευή των τροφών που καταναλώνονταν πριν και κατά τη διάρκεια των σκληρών και πολυήμερων γεωργικών εργασιών της σποράς και του θέρους, είναι το έψημαν. Με έψημαν παρασκευαζόταν κάποτε και το πουρκούριν, που κατανάλωναν το μεσημέρι στα χωράφια (Ιωνάς 2001, 63-64, 73-75).

Χρονολογία
19ος - 21ος αι.
Βιβλιογραφία

Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.

Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.

Κυθραιώτου Φ. (2007), «Το γλυκό στη ζωή των Κυπρίων: μέλι, έψημα, τερατσόμελο και ζάχαρη», Κυπριακαί Σπουδαί ΟΑ΄, 155-163.

Κυθραιώτου Φ. (2013), Γαστρονομικός οδηγός Μαραθάσας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού-Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Λευκωσία.

Μυριανθόπουλος Κ. (1949), «Ξενικαί λέξεις εν Κύπρω», Κυπριακαί Σπουδαί ΙΒ΄, 113-121.

Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.


Πηγή φωτογραφίας:

«Έψημαν» (Στάλω Λαζάρου)

Ερευνητής/Καταχωρητής

Τόνια Ιωακείμ, Ήβη Μιχαήλ / Πετρούλα Χατζηττοφή, Αργυρώ Ξενοφώντος